Μια ιστορία για την αγάπη όπως δημοσιεύτηκε στο http://arximedia.gr
Θα αποφύγω τα κλισέ για την αγάπη. Δε θα σου δώσω ορισμούς. Θα σου πω όμως μια ιστορία. Για τη Χριστίνα και το Δημήτρη.«Άντε διάολε, πότε επιτέλους θα φτάσει το αεροπλάνο. Γιατί καθυστερεί τόσο η πτήση του; »Η Χριστίνα περίμενε τον Δημήτρη να επιστρέψει ύστερα από ένα χρόνο απουσίας του. Έκανε το μεταπτυχιακό του στην Κοινωνική Ψυχολογία στη Βοστώνη και παρόλο που την είχε παροτρύνει να τον επισκεφτεί, η φοβία της να μπει σε αεροπλάνο και να ταξιδεύει για πολλές ώρες αποτελούσε τροχοπέδη στην απόφαση της να πάει.Συνομιλούσαν βέβαια σχεδόν καθημερινά μέσω βιντεοκλήσεων. Εκείνος μοιραζόταν μαζί της το άγχος του για τη διπλωματική του ενώ εκείνη έβριζε τον στριφνό προϊστάμενο της που της έψηνε το ψάρι στα χείλη επειδή δεν του άρεσαν τα χρώματα της μπροσούρας που εκείνη είχε διαλέξει. Καμιά φορά ερωτοτροπούσαν εκείνη όμως πάντα τελευταία στιγμή το σταματούσε μιας και το θεωρούσε αδέξιος να κάνει διαδικτυακό σεξ.
Αναμφισβήτητα αυτόν τον χρόνο είχαν περάσει και κρίσεις στη σχέση τους. Μια φορά εκείνος της εκμυστηρεύτηκε πως σε κατάσταση απόλυτης μέθης είχε φιληθεί με μια συμφοιτήτρια του από την Τουρκία. Χρειάστηκαν 44 ημέρες, πολλά χαρτομάντιλα και αρκετά κλάματα προκειμένου να την κάνει να τον συγχωρήσει. Τελικά τα κατάφερε.Μια άλλη φορά, εκείνη είχε σχεδόν αφεθεί να την πολιορκήσει ένας νέος συνάδελφος. Ήταν μια περίοδος που ο Δημήτρης είχε τόσο άγχος να φέρει εις πέρας μια εργασία με τίτλος «Προκαταλήψεις στις διομαδικές σχέσεις» που την είχε σχεδόν παραμελήσει. Περνούσε τα μεσημέρια του στην βιβλιοθήκη να ψάχνει για βιβλιογραφία και τα βράδια του στη συγγραφή της εργασίας. Για καλή του τύχη, από το πρώτο κιόλας ραντεβού ο νέος συνάδερφος της Χριστίνας αποδείχτηκε ο πιο βαρετός άνθρωπος του κόσμου και έτσι εκείνη δεν ενέδωσε τελικά.
Κατά γενική ομολογία ήταν ταιριαστοί. Αν τους έβλεπες στο δρόμο θα ήταν από εκείνα τα ζευγάρια που θα έλεγες πως ταιριάζουν ακόμη και χρωματικά. Εκείνος μεσαίου αναστήματος, με γένια και πράσινα μάτια, εκείνη κοντούλα με καστανόξανθα μαλλιά και καφετιά μάτια.
«Πώς θα τον αγγίξω μετά από έντεκα και μήνες», σκέφτηκε. Δεν είναι πως δεν τον ποθούσε, αλλά μετά από τόσο καιρό είχε σχεδόν ξεχάσει τη μυρωδιά του ή την αφή των χεριών του. Κοίταξε τον πίνακα αφίξεων. Επιτέλους το αεροπλάνο του προσγειώθηκε.
Γνωρίζονταν με το Δημήτρη σχεδόν δύο χρόνια. Το δεύτερο εκείνος ήταν στην Αμερική. Η Χριστίνα ήταν εκείνη που τον παρότρυνε να μη μείνει στην Ελλάδα αλλά να φύγει στο εξωτερικό για να συνεχίσει τις σπουδές του. Εκείνος πάντα την άκουγε συνεπώς όταν έλαβε το acceptance letter δε χρειάστηκε πολύ για να ετοιμάσει τις βαλίτσες του και να φύγει.
«Όπου να ‘ναι θα ανοίξει η πόρτα και θα βγει. Έλα, Δημήτρη, θα μου βγάλεις την ψυχή, τί κάνεις τόση ώρα;» είπε χαμηλόφωνα και αναστέναξε.
Οι πρώτο επιβάτες της πτήσης άρχισαν να βγαίνουν. Ήταν εμφανώς ταλαιπωρημένοι μετά από τέτοιο υπερπόντιο ταξίδι. Αφού είχαν βγει σχεδόν όλοι και εκείνη είχε αρχίσει να εκνευρίζεται τον είδε επιτέλους να βγαίνει.
Ήταν εμφανώς αδυνατισμένος, φορούσε ένα καρό κόκκινο πουκάμισο και σκούρο τζιν παντελόνι.«Από πότε φοράει καρό ο Δημήτρης;», διερωτήθηκε και άρχισε να προχωρά προς το μέρος του. Το βλέμμα του την εντόπισε και παρόλο που ήταν φορτωμένος με 2 βαλίτσες άνοιξε το βήμα του προκειμένου να την πλησιάσει.
Σε κάθε της βήμα, κάθε της αμφιβολία γι’ αυτον άρχισε να εξανεμίζεται. Βήμα πρώτο, εξακολουθούσε να τον θεωρεί χαριτωμένο. Βήμα δεύτερο, εξακολουθούσε να τον θεωρεί σέξι. Βήμα πέμπτο ήθελε να τον αγκαλιάσει. Βήμα ένατο στεκόταν μπροστά του. Στεκόταν μπροστά του. Την κοιτούσε και τον κοιτούσε σα να ήθελαν να βεβαιωθούν πως πράγματι βρίσκονταν επιτέλους ο ένας μπροστά στον άλλον.
Άφησε τις βαλίτσες του να πέσουν κάτω και την αγκάλιασε.«Κορίτσι μου» της ψιθύρισε ενώ την είχε κρύψει μέσα στην αγκαλιά του.
Έμειναν εκεί για 13 δευτερόλεπτα. Τα χρονομετρούσε. Ήταν αρκετός χρόνος για να συνειδητοποιήσει πως ο Δημήτρης εξακολουθούσε να είναι ο άνθρωπος της.Η αγκαλιά του δεν είχε αλλάξει καθόλου, η μυρωδιά του ήταν ίδια και ο τρόπος που πρόφερε τη λέξη «κορίτσι μου» ήταν όπως την πρώτη φορά που της το είχε ψιθυρίσει αμέσως μετά το πρώτο τους φιλί. Ένιωθε ευτυχισμένη και αυτάρκης. Τον κρατούσε και αυτό της ήταν αρκετό.
Ίσως αυτό να είναι η αγάπη.
Αυτά τα 13 δευτερόλεπτα που νιώθεις πως όλος σου ο κόσμος βρίσκεται κλεισμένος μέσα στα δυο σου χέρια.
Πολύ γλυκο!!!!!
Το παράξενο είναι πως στο διπλανό σπίτι μένει ένα ζευγάρι…Χριστίνα και Δημήτρης….
Η Χριστίνα έχει φοβία με τα αεροπλάνα!!
Δεν έχει μπει ποτέ….
Τυχαίο;
τετοια συμπτωση!αυτο βεβαια αποδεικνυει πως τελικα ο,τι διαβαζουμε μπορει να συμβει διπλα μας..