Είχε ψύχρα εκείνη την ημέρα στη Νέα Υόρκη.Έψαχνε απεγνωσμένα ταξί στην 5η λεωφόρο,είχε αργήσει για το πρώτο της μάθημα.
Είχε πάει για σπουδές στην Υποκριτική, μιας και πάντα ήθελε να γίνει ηθοποιός. Ψηλή, με πυρόξανθα μαλλιά και φακίδες. Ήταν 23,ούτε πολύ μικρή, ούτε και ιδιαίτερα μεγάλη για να κάνει το βήμα και να αφήσει το μεγαλοαστικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε και να αρχίσει να κυνηγά τα όνειρα της. Η μητέρα της την ενθάρρυνε, ο πατέρα της δεν την αποχαιρέτησε καν στο αεροδρόμιο.
«Δεν θα αντέξει ούτε 1 μήνα εκεί Πηνελόπη, μην ανησυχείς, ο παραλογισμός της κόρης μας θα τελειώσει σύντομα.»
Επιτέλους έφτασε .Κοιτάζει το κτίριο. Ένα επιβλητικό κτίριο που έμοιαζε να έχει βγει από ντοκιμαντέρ για τους ναούς γοτθικού ρυθμού.
«Έχετε αργήσει 5 λεπτά για το μάθημα δεσποινίς Σταυροπούλου.»
Ανεβαίνει με τις σκάλες ως τον 3ο όροφο.
«Καλημέρα, είμαι η Βασιλική Σταυροπούλου και λυπάμαι πολύ που άργησα», ψέλλισε σχεδόν, καθώς 13 ζευγάρια μάτια ήταν καρφωμένα πάνω της. Μάτια που ανήκαν σε όμορφα πρόσωπα, σε ξανθές γυναίκες ,σε έγχρωμους άνδρες, σε έναν άνδρα γύρω στα 35 με γκρίζους κροτάφους που ήταν ο καθηγητής της.
«Σήμερα θα ξεκινήσουμε λίγο ανατρεπτικά» είπε ο Eduart Shine,o δάσκαλος στο μάθημα του Αυτοσχεδιασμού.
Θέλω στην επόμενη 1 ώρα να γράψετε σε 100 λέξεις ποιοι είστε. Να γράψετε πώς βλέπετε τον εαυτό σας. Φανταστείτε πως είστε παρατηρητής του εαυτού σας. Περιγράψτε τον μέσα σε 100 λέξεις. Ούτε μια λιγότερη, ούτε μία περισσότερη.
Ένιωθε λες και ήταν σε interview για δουλειά, σε ένα assessmentcenter όπου πρέπει προκειμένου να πάρεις τη θέση να περιγράψεις τον εαυτό σου με τέτοιο τρόπο ώστε να πείσεις πως είσαι ο κατάλληλος άνθρωπος και να κατατροπώσεις τους ανταγωνιστές.
Πήρε το μολύβι στα χέρια της(πάντα της άρεσε να γράφει με μολύβια)και προσπάθησε να γράψει. Τίποτα.
Είχαν περάσει 30 λεπτά και δεν είχε καταφέρει να γράψει μια λεξη. Αναπολούσε τους φίλους της, τον καθηγητή μουσικής της που πάντα στις σχολικές παραστάσεις την παρότρυνε να γίνει ηθοποιός, το πρώτο της φιλί, το αγόρι της που άφησε πίσω για να κυνηγήσει τα όνειρα της, τον πατέρα της που ένιωθε πως ποτέ δεν πίστεψε στις δυνάμεις της.
«Τι να γράψω διάολε;» σκέφτηκε ενώ οι περισσότεροι τριγύρω της είχαν ήδη τελειώσει και απλά προσέθεταν τις τελευταίες πινελιές τους.
Σκέφτηκε να περιγράψει τα προτερήματα της, τις δεξιότητες της, τα ταλέντα της. Όχι.
Ο χρόνος περνούσε και δεν μπορούσε να γράψει τίποτα.
«Απομένουν 10 λεπτά» επεσήμανε ο Eduart πίνοντας μια γουλιά από τον Latte του.
Άρχισε να την πιάνει πανικός. Σκεφτόταν πως δεν ήταν καν ικανή να γράψει ποια είναι και τι θέλει. Δεν μπορούσε να γράψει για τα όνειρα της. Δεν μπορούσε να κερδίσει το σεβασμό του ίδιου της του εαυτού που τον έβλεπε εκεί ανίκανο να γράψει 100 λέξεις!
Και τότε κοίταξε έξω από το παράθυρο και είδε τα καφέ φύλλα ενός δέντρου να πέφτουν στο κενό. Έμοιαζαν με τα φύλλα της βελανιδιάς που είχε στον κήπο του σπιτιού της και κάποια μελαγχολικά απογεύματα που κλεινόταν στο δωμάτιο της ακούγοντας Leonard Cohen και τα έβλεπε από το παράθυρο να πέφτουν. Πλατιά φύλλα μιας επιβλητικής βελανιδιάς .
Πήρε το μολύβι στα χέρια της και έγραψε, σα μαγνητισμένη χωρίς να σκέφτεται. Απλά έγραψε:
«Είμαι ευάλωτη. Και πολλές φορές γελώ για να το κρύβω. Πιστεύω πως οι άνθρωποι και οι τόποι σε κρατούν πίσω. Γι ’αυτό και προσπαθώ να αποφεύγω τις συναισθηματικές δεσμεύσεις. Αν και παραδέχομαι πως δεν τα καταφέρνω καλά και πολλά βράδια έχω την ανάγκη να κοιμάμαι δίπλα σε κάποιον.
Το ομολογώ, φοβάμαι τη μοναξιά. Τη μοναξιά και την αποτυχία. Έννοιες ταυτόσημες. Μα πιο πολύ φοβάμαι τη συγκαταβατική επιείκεια που θα δείξουν οι άλλοι αν μείνω μόνη η αν αποτύχω. Μια επιείκεια ισοδύναμη με βουβή παραδοχή πως δεν ήμουν άξια αρκετά για να πετύχω ή για να κάνω κάποιον να με αγαπήσει..».
Τρόμαξε όταν το διάβασε αν και ο Eduart Shine είπε πως ήταν η ακριβέστερη και πιο ειλικρινής περιγραφή που είχε διαβάσει από τους μαθητές του των τριών τελευταίων ετών. Και μάλιστα σε ακριβώς 100 λέξεις.
Εκείνη χάρηκε. Χάρηκε γιατί ήταν ο εαυτός της. Χάρηκε γιατί δε λογόκρινε τη σκέψη της.
Χάρηκε γιατί έγραψε.
Ήταν πολύ όμορφο 🙂
καλώς σε βρίσκω!
Κι εγώ χάρηκα πολύ που έγραψες. Για σένα; Για κάποια άλλη; Όποια κι αν είναι, πρόκειται για έναν πολύ ξεχωριστό άνθρωπο που δεν του αξίζουν οι ανασφάλειες. Τις σκότωσε με την παραδοχή τους. Χάρηκα που έγραψες!
Καρτέσιος
πολύ ωραίο blog….
ρίξε μια ματιά αν θες
skemdinladiesnight.blogspot.com
Mου άρεσε. Μ΄αρέσουν οι άνθρωποι με ανασφάλειες. Εχουν φαντασία και συναρπαστικό παρόν.