Τις τελευταίες μέρες προσπαθώ να βρω τρόπο να αποτυπώσω σε ένα κείμενο τα όσα νιώθω. Γράφω, σβήνω, ξαναγράφω, ξανασβήνω. Το πρόβλημα που είχα πάντα ήταν πως στα αυτοαναφορικα μου κείμενα προσπαθούσα είτε να μοιραστώ τη θλίψη μου ή να ντύσω με όμορφες λέξεις τις οποίες ευτυχισμένες στιγμές ειχα με ανθρώπους που τελικά δε με έκαναν ευτυχισμένη.
Δεν ξέρω πως να χωρέσω σε γραμμές τη χαρά και την ευτυχία απλά, σκέτα, ως χαρά και ως ευτυχία.
Τον τελευταίο μήνα, η θάλασσα που βουτάω ειναι πιο γαλανή, τα φαγητά που τρώω πιο νόστιμα, τα ταξίδια που κάνω πιο συναρπαστικά, το γέλιο μου πιο αυθόρμητο.
Δεν έβρισκα λέξεις να το πω, αλλά εκεί που καθόμουν και κάπνιζα στη κουζίνα, χαζεύοντας τα τριαντάφυλλα που μου φέρνεις κάθε μέρα, πέρασε η μαμά μου με κοίταξε και μου είπε ” ο Ανδρεάς είναι πιο όμορφος απο τα λουλούδια που σου φέρνει”
Είπε εκείνη τις λέξεις που δεν έβρισκα εγώ.