Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία
Δεν ήταν Αγία. Στην πραγματικότητα δε διεκδικούσε καν τον τίτλο της Αγίας. Κάπου εκεί στα 23 ,εχοντας μόλις τελειώσει το τμήμα κλασσικής φιλολογίας έκανε ιδιαίτερα σε κάτι ατίθασα παιδιά γυμνασίου που μόλις και μετά βίας έκλιναν με επιτυχία το ειμί στην υποτακτική και ευκτική.
Ήταν όμορφη. Πολύ όμορφη. Είχε μακριά καστανά μαλλιά, που της άρεσε να τα στολίζει με πολύχρωμες κορδέλες. Λάτρευε τα μακριά φορέματα σε αποχρώσεις του μπλε και τις ακριβές τσάντες. Κυρίως ισπανικών οίκων.
«Μα οι αθεόφοβοι να μου βάλουν ιδιαίτερο στις 30;» σκέφτηκε μπαίνοντας στο Ford Ka της. Μετά από 20 λεπτά οδήγησης έφτασε επιτέλους στην οδό Αφροδίτης στο Παλαιό Φάληρο.
Οι γονείς του μικρού την υποδέχτηκαν εγκάρδια.
«Ένα μελομακάρονο πρέπει να το δοκιμάσεις. Είναι η πρώτη χρονιά που φτιάχνω και θέλω να μου πεις τη γνώμη σου» της είπε η μητέρα του δεκατετράχρονου.
Δεν την άρεσε να τρώει από ξένους αλλά αναγκάστηκε να δοκιμάσει. Η γεύση ήταν αδιάφορη όμως υποκρίθηκε πως ήταν τόσο νόστιμο που αν το συγκεκριμένο μελομακάρονο πήγαινε σε διαγωνισμό γαστριμαργίας θα έβγαινε πανηγυρικά πρώτο.
«Ελπίζω να έχεις κάνει τις ασκήσεις του κεφαλαίου, Αντώνη».
«Όλες εκτός από εκείνες με τα ουσιαστικά της γ κλίσης.» αποκρίθηκε το πιτσιρίκι.
«Για να δούμε, να αυτό κλίνεται όπως το πόλις βρε. Η δύναμις της δυνάμεως, τη δυνάμει, την δύναμιν, ω.. συνεχίσετε το εσύ».
Ούτε που κατάλαβε πως πέρασαν οι δύο ώρες.
«Λοιπόν, μικρέ μου σου εύχομαι χρονιά πολλά. Να έχεις μια ευτυχισμένη χρονιά με καλούς βαθμούς και πολύ ξεγνοιασιά».
«Εσύ, τι θες να σου φέρει η νέα χρονιά, κανένα αγόρι ίσως;» της απάντησε κοιτώντας την μέσα στα μάτια.
Εκείνη απλά χαμογέλασε. «Ας φέρει σε σένα καλούς βαθμούς και εγώ είμαι χορτάτη».
Αποχαιρέτησε τους γονείς του Αντώνη και σκέφτηκε πως μπορούσε επιτέλους να επιστρέψει σπίτι της.
Έλεγξε το κινητό της. 3 αναπάντητες κλήσεις από τις φίλες της.
«Θα θέλουν πάλι να με σύρουν σε κανένα καινούριο club» είπε και εκσφενδόνισε το κινητό της στο κάθισμα του συνοδηγού.
Είχε χωρίσει εδώ και 7 μήνες. Ήταν τα πρώτα Χριστούγεννα που θα περνούσε μοναχή της. Χωρίς τον Αλέξανδρο. Ύστερα από 4 χρόνια.
Με τον Αλέξανδρο ήταν μαζί από το πρώτο έτος στο πανεπιστήμιο. Είχαν γνωριστεί σε ένα πάρτι της ΔΑΠ. Εκείνος ήταν συνδικαλιστής από τους λίγους. Στο δεύτερο έτος είχε ήδη καταφέρει να γίνει γραμματέας ΔΑΠ ενώ και μέσα στη νεολαία είχε μεγάλο ρεύμα. Δεν ήταν πολύ ψηλός αλλά το θράσος και η αυτοπεποίθηση του τον έκαναν να φαντάζει τόσο γοητευτικός.
Ο Αλέξανδρος ήταν αυταρχικός. Ή μάλλον ήταν αυταρχικός με όλους εκτός από την Ήρα.
«Ο χαζός με είχε ερωτευτεί τόσο πολύ». Ένα γλυκόπικρο χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο της.
«Τι να κάνει άραγε» αναρωτήθηκε και έψαξε να βρει το κινητό της για να του στείλει ένα μήνυμα. Μετά το ξανασκέφτηκε και έριξε το τηλέφωνο μέσα στην τσάντα της.
Τον είχε απατήσει τον Αλέξανδρο.2 φορές. Και τις 2 του το είχε πει. Τη μια φορά ήταν τόσο μεθυσμένη που ούτε καν θυμόταν πως βρέθηκε να κάνει σεξ σε ένα σπίτι 10x15cmστην Τρικούπη με έναν μαλλιά που τις ανέλυε θεωρίες διεθνών καθεστώτων και ομοσπονδισμού.
Του το είχε πει την επόμενη ημέρα. Εκείνος αφού στην αρχή εκστόμισε όλες τις βρισιές που σχετίζονται με τα θεία τελικά τη συγχώρεσε.
Τη δεύτερη φορά ήταν με έναν παιδικό της φίλο. Πάντα υπήρχε μια έλξη μεταξύ τους αλλά η Ήρα ήθελε να το ερμηνεύει ως αδελφική αγάπη. Αναθεώρησε την έννοια της αδελφικής όταν κατέληξαν να κάνουν σεξ στο ντους του πατρικού του. Η ιστορία αυτή κράτησε 5 μήνες. Είχε πει στον Αλέξανδρο όλη την αλήθεια και του είχε ζητήσει να την αφήσει μόνη για να σκεφτεί τι ακριβώς θέλει.
Εκείνος έκανε αυτό που του ζητήθηκε. Όταν εκείνη επέστρεψε μετανιωμένη, αυτός χωρίς να την κατακρίνει άνοιξε τα χέρια του και την αγκάλιασε με όλη του τη δύναμη.
Πάρκαρε. Μπήκε στο σπίτι της και κατευθύνθηκε κουρασμένη προς το δωμάτιο της.
Κοίταξε τριγύρω. Παντού υπήρχαν αναμνήσεις από τον Αλέξανδρο. Ένα λουτρινο γουρουνάκι που της είχε χαρίσει στον πρώτο μήνα της σχέσης τους. Τα εισιτήρια από την Ιταλία που είχαν πάει μαζί. Η σκηνή από τα κάμπινγκ που πήγαιναν στην Κρήτη. Οι εργασίες που αυτός είχε γράψει για εκείνη για τα μαθήματα της σχολής.
«Θα του στείλω μήνυμα, μπορεί να υπάρχει ακόμη ελπίδα.Κ’ αν έχω την ευκαιρία μου τώρα που είναι Χριστούγεννα; Μπορεί να με συγχωρέσει».
Ο Αλέξανδρος δεν άργησε να απαντήσει στο μήνυμα της.
«Ήρα μου ελπίζω και εσύ να είσαι καλά. Ναι, αύριο μπορώ να τα πούμε αλλά το απογευματάκι γιατί το βράδυ θα πρέπει να είμαι στον Άγιο Στέφανο για αλλαγή του χρόνου».
Ένιωσε την καρδιά της να χτυπά δυνατά.Αύριο,31 Δεκεμβρίου στις 6 το απόγευμα θα βρίσκονταν μετά από 7 μήνες με τον Αλέξανδρο. Τόπος συνάντησης πλατεία Καρύτση.
Η Ήρα την επόμενη ημέρα δεν μπορούσε να συγκρατήσει τη χαρά της. Θα έβαζε το καλύτερο της φόρεμα. Ένα μωβ ντραπε φόρεμα μέχρι το γόνατο με ένα ζευγάρι nudeγόβες.
«Θα τον εντυπωσιάσω» φώναξε γεμάτη χαρά και άρχισε να ετοιμάζεται.
Στις έξι παρά δέκα είχε ήδη φτάσει. Τον αναγνώρισε από μακριά.
«Ηρούλι μου» αναφώνησε και κατευθύνθηκε προς το μέρος της.
«Αλέξανδρε μου, πόσο καιρό έχουμε να τα πούμε» απάντησε εκείνη.
Έκατσαν σε ένα ήσυχο μπαράκι. Εκείνος τις έκανε αρκετές φιλοφρονήσεις. Για τα μαλλιά της που είχαν μακρύνει, για το πόσο την κολάκευε το φόρεμα της. Τη ρώτησε πως πηγαίνουν τα ιδιαίτερα και τι κάνουν οι γονείς της.
Εκείνη τον παρατηρούσε σα ναρκωμένη. Σα να ηταν τα μάτια της ένας φακός που ηθέλε να απαθανατίσει κάθε μικρή λεπτομέρεια του Αλέξανδρου. Παρατηρούσε τα λακκάκια του προσώπου του, το πώς κρατούσε το τσιγάρο του, τον τρόπο που πρόφερε τη λέξη «ενδοσκόπηση».
Συζητούσαν σε άκρως φιλικούς τόνους κ’ όμως κανείς από του δυο δεν είχε αναφερθεί σε θέματα σχέσεων.
«Νομίζω πως πρέπει να πάρουμε το δρόμο του γυρισμού Ηρούλι μου».
«Ναι, απλά πάμε απ’ την Ερμού; Να χαζέψουμε και λίγο τα φώτα των στολισμένων βιτρινών;»
Δεν της χάλασε το χατίρι. Περπατούσαν δίπλα δίπλα ενώ διέσχιζαν το μεγαλύτερο εμπορικό δρόμο της πόλης. Δεξιά αριστερά μπάντες να παίζουν από λάτιν μέχρι Ξύλινα Σπαθιά και κλόουν να φτιάχνουν διάφορα ζωάκια από μπαλόνια. Η πόλη ήταν στολισμένη με πολύχρωμα λαμπιόνια για να υποδεχτεί το νέο έτος.
Έφτασαν στο ύψος του Συντάγματος όπου υπήρχε ένα χωριό γεμάτες σοκολατένιες λιχουδιές και ένα carousel. Ήταν παραμυθένιο. Ένα carousel πλημμυρισμένο από μικρά παιδιά. Ήταν έτοιμη να του ζητήσει να ανέβουν αλλά μετά θυμήθηκε πως είχαν ήδη αργήσει.
«Αλέξανδρε, σου εύχομαι χρόνια πολλά. Να περάσεις τέλεια σήμερα».
«Και εσύ Ηρούλι μου. Εύχομαι το 2005 να σου φέρει αυτό που πραγματικά ποθείς».
«Εσένα, θέλω να μου φέρει εσένα» ψέλλισε εκείνη.
«Έχω κάνει τόσα πολλά λάθη και εσύ ήσουν πάντα εκεί να με συγχωρείς. Αυτούς τους 7 μήνες έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος. Έχω αντιληφθεί τα λάθη μου και δεν προτίθεμαι να τα επαναλάβω. Θέλω να είμαστε και πάλι μαζί».
Την κοίταξε βουρκωμένος. Δε μιλούσε.
«Ηρούλι μου, ήλπιζα να αποφεύγαμε αυτή τη συζήτηση αν και μέσα μου το ένιωθα πως ο σκοπός του μηνύματος σου ήταν να είμαστε και πάλι μαζί. Αυτούς του μήνες που με εγκατέλειψες προσπάθησα να μαζέψω τα κομμάτια μου. Κατάφερα να σταθώ και πάλι στα πόδια μου και να συνειδητοποιήσω πως δε μου άξιζε αυτή η αντιμετώπιση».
Ένιωσε να τη λούζει κρύος ιδρώτας.
«Έχεις απόλυτο δίκιο, καλέ μου και είμαι εδώ για να επανορθώσω. Δώσε μου μια ευκαιρία», του απάντησε.
«Ήρα μου σ’ αγαπώ και δεν πιστεύω πως άλλη γυναίκα θα με αγαπήσει ποτέ περισσότερο από εσένα. Αλλά δυστυχώς, αυτή τη φορά δε θα γυρίσω.».
Ήλπιζε να υπήρχαν λιγότερα φωτάκια τριγύρω για μη φαίνεται τόσο η θλίψη της.
Αποχωρίστηκαν. Εκείνη έμεινε για μια ώρα να κοιτά αποσβολωμένη τα αλογάκια του carousel. Έπειτα μπήκε στο αυτοκίνητο και επέστρεψε σπίτι της.
Σε 2 ώρες θα άλλαζε ο χρόνος.
Και κακώς πήγε να την συναντήσει. Και κακώς την συγχώρεσε και μάλιστα 2 φορές.
Ακούς εκεί να τον θέλει ξανά.
Ήμαρτον.
αφού την συγχώρεσε 2 φορές κιόλας γιατί είπαμε χωρίσανε???
δεν άντεχε να τη συγχωρεί συνέχεια.κουράστηκε i guess 🙂
Oraia istoria, den mou fenete kai toso realistiki, pios 8a sixorouse tin idia kopela 2 fores?
υπαρχουν ανθρωποι που αγαπουν και συγχωρουν…συνεπως κυριε Μπουτακιδη καποιος βρισκεται να συγχωρει μια δυο φορες ισως και για παντα.:)
8umata….