«Μισώ τις Απόκριες σου λέω. Δεν πάω με τίποτα στην Πάτρα»
«Ρε Ανδρέα με δουλεύεις; Μας περιμένουν ήδη εκεί από την Τετάρτη και είναι πλέον Παρασκευή. Πάρε 2 ρούχα και φύγαμε»
«Δεν ξαναπάω στην Πάτρα σου λέω τέρμα και τελείωσε.»
«Σου δίνω 15 λεπτά να ετοιμαστείς. Ως πότε ρε θα φέρεσαι σα γκόμενα; 10 χρόνια έχουν περάσει από τότε.»
Η τελευταία ατάκα του Σπύρου του θύμισε πολλά. Ήταν πλέον 32 και είχαν περάσει 10 χρόνια από τότε. Σκέφτηκε πως ο φίλος του είχε δίκιο. Έπρεπε να πάει για να ξορκίσει το κακό.
«Είμαι έτοιμος αλλά με μία προϋπόθεση».
«Ακούω».
«Οδηγείς εσύ. Με προσοχή και χωρίς μαγκιές. Το θέλω το Cherokee μου.»
«Είσαι φίλος ρε!»
«Ελπίζω να είμαι και ζωντανός όταν επιστρέψουμε»
Πάντα του άρεσε να οδηγεί. Αλλά εκείνη τη μέρα ήθελε να απολαύσει τη διαδρομή. Να είναι ο τεμπέλης συνοδηγός.
Στην Πάτρα είχε πάει το 2000.Ήταν η πρώτη φορά που είχε πατήσει το πόδι του εκεί. Ήταν φοιτητής Αρχιτεκτονικής και είχαν κανονίσει τότε με την παρέα του να πάνε και να διασκεδάσουν στο καρναβάλι. Αποφάσισαν μάλιστα να μπουν και σε ομάδα.
«Τα κουρδιστά πορτοκάλια» είπε χαμογελώντας.
«Σε μένα μιλάς; Τί είπες; Τα κουρδιστά πορτοκάλια;».
«Τίποτα, τίποτα, συνέχισε να οδηγείς εσύ και μη διανοηθείς να πας και να προσπεράσεις την νταλίκα μπροστά μας»
Η παρέα ήταν μεγάλη .5 γυναίκες και 5 άνδρες .Όλοι ζευγάρια πέραν εκείνου και της Στέλλας. Υπήρχε ένα άτυπο flirt μεταξύ τους αλλά ποτέ δεν είχε γίνει τίποτα.
Η Στέλλα ήταν φευγάτη. Ιδιαίτερα αντισυμβατική. Ερχόταν στη σχολή με ροζ βαμμένες τούφες και με περίεργα T-shirts.Στυλ που ούτε κατά διάνοια δεν ταίριαζε σε μελλοντική αρχιτέκτονα. Είχε τα πιο όμορφα μάτια που είχε δει ποτέ του. Όχι πράσινα ή μπλε, ήταν μελιά μάτια, αλλά τέτοια λάμψη, τέτοιο βλέμμα δεν είχε ξαναδεί ποτέ του.
Με το που έφτασαν στην Πάτρα, ίσα που πρόλαβαν να αφήσουν τα πράγματα τους και πήγαν κατευθείαν να παραλάβουν τις στολές τους.
«Μα καλά ρε μαλάκες, σοβαρολογείτε, εγώ δεν το φοράω αυτό το πράγμα.»
Η στολή ήταν γελοία. Σαφώς πορτοκαλί, με φυλλαράκια στα μαλλιά και ένα κουρδιστήρι πίσω στην πλάτη. Ναι ήταν τόσο γελοία στολή που σίγουρα θα έκανε τον Stanley Kubrick να γελάσει μέχρι δακρύων.
Τελικά τη φόρεσε για να μη χαλάσει τη διάθεση της παρέας και ξεχύθηκαν όλοι μαζί στην πλατεία Γεωργίου. Αυτό που αντίκριζε ήταν για εκείνον μία μικρή αποκάλυψη. Εκατοντάδες άνθρωποι, που χόρευαν και τραγουδούσαν πίνοντας μαυροδάφνες.
Σέξι διάβολοι, μυστηριώδη ντόμινο, χαριτωμένες νεραιδούλες,Freddy Krueger,Albert Einstein,ένας άνθρωπος που κρατούσε ένα μήλο στο χέρι.
«Αυτός λογικά είναι ο Νεύτωνας» είπε η Στέλλα.
«Ή ο Γουλιέλμος Τέλος» απάντησε εκείνος γελώντας.
Είχαν περάσει 3 ώρες ξέφρενου χορού και είχε αρχίσει ήδη να νυχτώνει.
«Να σου πω, πάμε να φύγουμε, πάμε προς το λιμάνι να πάρουμε το ferry να περάσουμε απέναντι στο Αντίρριο. Θέλω να δώ πως είναι».
«Μέσα» απάντησε εκείνος χωρίς να το πολυσκεφτεί.
Ούτε και θυμάται πότε βρέθηκαν στο λιμάνι. Θυμάται πάντως πως μοιράστηκαν το ταξί μαζί με ένα άλλο ζευγάρι που είχε την ίδια φαεινή ιδέα με αυτούς.
«Μην κάτσουμε μέσα, έχει γλυκιά νύχτα, πάμε στο κατάστρωμα» του είπε και εκείνος την ακολούθησε.
Είχε πράγματι γλυκιά νύχτα. Υπήρχαν κάποια αστέρια στον ουρανό και είχε και πανσέληνο. Από το κατάστρωμα μπορούσες να ακούσεις τις μακρινές φωνές των εύθυμων καρναβαλιστών που περίμεναν πως και πως σε λίγες ώρες το κάψιμο του Βασιλιά Καρνάβαλου.
Το πλοίο ήταν σχεδόν άδειο. Ελάχιστοι ηλικιωμένοι καθώς και κάποιοι οικογενειάρχες που επιτέλους επέστρεφαν στα σπίτια τους.
«Το ακούς» τον ρώτησε.
«Τι να ακούσω;»
«Το τραγούδι δεν το ακούς, το ξέρω αλλά δεν μπορώ με τίποτα να θυμηθώ τον τίτλο».
Γύρισε το κεφάλι του και αντίκρισε ένα κοριτσάκι γύρω στα 8 μαζί με τον πατέρα της. Πρέπει να ήταν τσιγγάνοι. Ο πατέρας της έπαιζε ακορντεόν και εκείνη τραγουδούσε. Τέτοια φωνή δεν είχε ξανακούσει.
Παρόλο που δύσκολα τον συγκινούσαν οι επαίτες είχε μείνει εκεί αποσβολωμένες να ακούει. Δεν μπορούσε να προσδιορίσει τι ακριβώς άκουγε, αλλά η φωνή αυτού το παιδιού ήταν σπαρακτική.
«Έχεις ψιλά;» τον ρώτησε.
Της έδωσε 1 ευρώ και εκείνη πήγε και το έδωσε στο κοριτσάκι.
«Στέλλα, μου αρέσεις».
Ήταν το μόνο που μπόρεσε να εκστομίσει.
Εκείνη ξέσπασε σε γέλια προκαλώντας την αμηχανία του.
«Ανδρέα, γελάω γιατί είναι άκρως χαριτωμένο και ξεκαρδιστικό να βλέπω ένα κουρδιστό πορτοκάλι να με φλερτάρει»
Έβαλε και εκείνος τα γέλια. Τι απίστευτη γυναίκα σκέφτηκε.
«Κι εμένα μου αρέσεις πολύ»
Έσκυψε και τον φίλησε.
«Ας απολαύσουμε την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και επιστρέφοντας στην Αθήνα, έχουμε να πούμε πολλά» του είπε κλείνοντας πονηρά το μάτι.
Έφτασαν στο Αντίρριο αλλά δεν πρόλαβαν να δουν τίποτα μιας και οι φίλοι τους είχαν ανησυχήσει και δεν ήθελαν να τους αναστατώσουν περαιτέρω.
«Η Ιθάκη σου δώσε το ωραίο ταξίδι» της είπε χαϊδεύοντας τρυφερά με τα ακροδάχτυλά του τα μαλλιά της.
Στο γυρισμό δε μίλησαν πολύ. Ήταν αρκετά εξουθενωμένοι για να πουν το οτιδήποτε.
2 κουρδιστά πορτοκάλια που είχαν βρει τις απαντήσεις στα ερωτήματά τους.
«Πού είστε ρε παιδιά, ανησυχήσαμε. Λοιπόν ακούστε λέω να πάρουμε τον δρόμο του γυρισμού. Εγώ με τη Στέλλα και την Ρωξάνη, Ανδρέας με Αλίκη και Γιώργο και η Νατάσα με Κώστα, Αγγελική και Παναγιώτη.»
«Εγώ με τίποτα δεν οδηγώ σήμερα. Είμαι πτώμα. Εσείς αν θέλετε φύγετε»
«Εγώ θα την κάνω. Κορίτσια έρχεστε;»
Η Ρωξάνη με τη Στέλλα έγνεψαν καταφατικά
«Εμείς θα τα πούμε στην Αθήνα» του ψιθύρισε.
«Το τραγούδι, το τραγούδι που τραγουδούσε εκείνο το κοριτσάκι, ήταν το «Σήμερα» από την ταινία «Άντε Γεια»
«Ανδρέα σε ποιόν μιλάς;»
«Σπύρο το τραγούδι ήταν το ”Σήμερα”».
Τα μάτια του πλημμύρισαν με δάκρυα που έκαναν τον Σπύρο να καταλάβει.
«Ανδρέα, πρέπει να προχωρήσεις κάποια στιγμή. Είχε πιεί ο Νάσος και το ξέρεις. Δεν έπρεπε να οδηγήσει εκείνο το βράδυ και η Στέλλα με τη Ρωξάνη δεν έπρεπε να πάνε μαζί του. Ήταν ένα ατύχημα που έγινε πριν 10 χρόνια»
Έμεινε σιωπηλός για μια ώρα. Κοντά στη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου γύρισε προς το μέρος του Σπύρου.
«Θα οδηγήσω εγώ μέχρι την Πάτρα.»
είσαι η νέα αγαπημένη μου συνήθεια!
" simera "
LOVE LOVE LOVE YOUR STYLE!!!!=D
GREAT BLOG =D
XXX
thx all for the support,it's really appreciated!
Λένε ότι η κωμωδία στο θέατρο είναι το πιο δύσκολο είδος. Πιθανόν. Στο γράψιμο όμως ισχύει το αντίθετο. Εύκολα γράφεις κάτι αστείο. Δύσκολα μια ιστορία που περιγράφει απώλεια και πόνο. Πολύ καλό.
Καρτέσιος
Μου άρεσε αυτό
Εγώ δε θα μπορούσα να πάω…από τότε που έχασα τον καλύτερο μου φίλο(σε αυτοκ. δυστύχημα)δεν ξαναπέρασα απ’ το δρόμο….