Χρωστούμενο.
-Επιτέλους,σε γνωρίζω κι από κοντά.Μου είχαν πει τόσα για σενα. Ειδικά ο φίλος μου ο Στέφανος.
-Νομίζω πως ο φίλος σου με ψιλογουστάρει.
-Πολύ. Αλλά εσύ θα διαλέξεις εμένα.
-Δε νομίζω.Εκείνος είναι πιο ψηλός και πιο όμορφος.
-Ναι πράγματι. Όμως εγώ έχω θράσος.Και τα λέω καλύτερα.Τι θα πιεις;
-Κάτι που να βαράει.
-Θα φέρω μαργαρίτες. Και μαζί με τις μαργαρίτες θα σου πω μια ιστορία.
-Άντε ξεκίνα. Αλλα αν είναι μαλακία η ιστορία σου, να ξέρεις πως θα χρειαστώ σκέτη τεκίλα.
-Η ιστορία μου λοιπόν,Μαριάννα,αφορά το Γιώργο και τη Μαριάννα. Ωπ,σύμπτωση. Συνονόματη σου.
Ο Γιώργος,ένας μποέμ τύπος που τα έχει δει και τα έχει κάνει όλα-γάμους,σκυλιά,γατιά,παιδιά-εκεί γύρω στα 45 και η Μαριάννα,ανύπαντρη τριανταπεντάρα με daddy issues.
Την είχε σταμπάρει αρκετό καιρό και περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία για να τη γνωρίσει.Το βράδυ που θα τη συναντούσε είχε αλλάξει 3 πουκάμισα και 5 διαθέσεις.
Και όταν την αντίκρισε,με τη μακριά σατέν της φούστα,τη μαύρη μπλούζα που τόνιζε το στήθος της και τα μακριά της μαλλιά του έπεσε το σαγόνι στο πάτωμα.
-Εμμ,γελάω.Πόσο προβλέψιμος θα γίνεις;Μιλάς για εμένα.
-Παρακαλώ,μην διακόπτετε τον αφηγητή.Το βράδυ λοιπόν που γνωρίστηκαν της μιλούσε για ώρες και όταν εκείνη αποφάσισε να φύγει γιατί είχε βαρεθεί να ακούει την ιστορία του,της ζήτησε να την ξαναδεί και την επόμενη ημέρα.Συναντήθηκαν πάλι και πήγαν και χόρεψαν σε ένα μπαρ με φτηνά ποτά και μουσική που εκείνη δεν είχε ξανακούσει.Κι εκείνος όλη τη νύχτα δεν πήρε τα μάτια του από επάνω της.
Ήθελε να γνωρίσει τους φίλους της, να μάθει όλα όσα την κάνουν να κλαίει,να γελάει,να καυλώνει,να θυμώνει.
Κρατάς μυστικό; Θύμωνε με το παραμικρό.
Άρχισε να τον γουστάρει γιατί την έκανε να νιώθει σημαντική.Εκείνος συνήθιζε να την αποκαλεί σπουδαία κι εκείνη όποτε το άκουγε άφηνε ένα μικρό χαμόγελο να φανεί.Τη φίλησε πρώτη φορά στη μέση του δρόμου,σε ένα βρώμικο σοκάκι κοντά στη Θησέως.
Τη γάμησε για πρώτη φορά στο σπίτι του,ένα μικρό σπίτι με μεγάλα παράθυρα.Της άρεσε αυτό το σπίτι.Της άρεσε γιατί εκεί μέσα της είπε πρώτη φορά πόσο ερωτευμένος ήταν μαζί της.
-Άρλεκιν έτσι;Θα χρειαστούμε περισσότερο αλκοόλ. Τα δεύτερα δικά σου.Τα τρίτα δικά μου.
-Έγινε.
Έπιασε το ποτήρι με τη μαργαρίτα της και σχεδόν την ήπιε μονομιάς.
-Τώρα μπορείς να συνεχίσεις.
-Οι μέρες περνούσαν και αυτοί οι δύο είχαν γίνει αχώριστοι.Ένας σχεδόν κινηματογραφικός έρωτας.
-Που είναι ο κακός στην ιστορία;Μη μου πεις πως δεν υπάρχει.
-Ο κακός είναι ο Γιώργος.Ή μάλλον τα μεγάλα λόγια του Γιώργου.Βλέπεις,ο πρίγκηπας του παραμυθιού μπορεί να λέει μεγάλα λόγια αλλά φοβάται πολύ να τα ακούει.Όταν λοιπόν η Μαριάννα άρχισε να αφήνεται εκείνος φοβήθηκε την οικειότητα.Θα ορκιζόμουν πως αυτό επιζητούσε περισσότερο.Λίγη παραπάνω οικειότητα.Κι όμως όταν του προσφέρθηκε της την πέταξε στα μούτρα.
-Δηλαδή,μου λες πως πάλεψε να είναι μαζί της,την ερωτεύτηκε και μετά την παράτησε;
-Όχι.Σου λέω πως πάλεψε να είναι μαζί της,την ερωτεύτηκε και μετά την πλήγωσε.
Άρχισε να μην την παίρνει συχνά τηλέφωνο,τα χαριτωμένα υποκοριστικά έδωσαν τη θέση τους σε μίζερες προσφωνήσεις, λιγότερες συναντήσεις.Θυμόταν μια μέρα,που της είχε πει πως ήθελε να περάσει το βράδυ του με «δικούς του ανθρώπους».Δε θα το ξεχνούσε ποτέ αυτό η Μαριάννα.Οι δικοί του άνθρωποι κι εκείνη,η ξένη.
-Χωρίσανε;
-Μπα,μπα;Ενδιαφέρεστε να μάθετε;
-Όχι.Δε χωρίσανε. Χάθηκαν.
-Τι εννοείς,χάθηκαν;
-Μια μέρα εκείνος εξαφανίστηκε.Κι εκείνη,δεν επικοινώνησε ποτέ ξανά μαζί του.
-Φέρε μας άλλες δύο μαργαρίτες.
-Θα μεθύσεις.
-Γιατί μου την είπες αυτήν την ιστορία;
-Γιατί θέλω να αλλάξεις το τέλος της.Γιατί μυρίζεις ροδάκινο και τα νύχια σου έχουν χαλάσει λίγο στις άκρες.Όταν κομπλάρεις γυρνάς το βλέμμα σου αριστερά και στις δύο μαργαρίτες μεθάς.
-Δεν έχω μεθύσει.Σε πόσες γκόμενες έχει πει ανάλογες παπαριές;
-Σε πολλές.Αυτή τη φορά όμως νιώθω πως θέλω να μείνω.
-Αύριο το απόγευμα,μίστερ, θα πάω για κινέζικο με την Αρετή,τον Αντώνη και τους λοιπούς.Ραντεβού στις 6.Στα public.Κάτω από το ρολόι.
-Μα δεν έχει ρολόι!
-Αν κλείσεις τα μάτια σου θα το δεις.
Μην αργήσεις.
Αχ και να μπορουσα να σ’ ερωτευτω.
Οχι εσενα που πρωταγωνιστεις. Ουτε εσενα που αφηγεισαι.
Εσένα που γραφεις. Εσενα που πολυ θα ηθελες να γυμνωνεσαι στις σχεσεις σου οσο ευκολα γυμνωνεσαι στο blog. Χορευοντας αναμεσα σε διασπαρτους ρολους, τυπους και συμπεριφορες.
Αχ και να ειχα πιστη να ερθω αυριο στις 6 στο public. Να κατσω τρια τεταρτα κατω απ’το ρολοι, σαν τον τελευταιο νουμπα. Μονο και μονο για να δω το προσωπο σου να κοκκινιζει δευτερολεπτα αφου συνειδητοποιησεις οτι εχω ερθει εκει για σενα. Κι αφου γυρισεις το βλεμμα αριστερα και φυγεις με την παρεα, να πεταξω το τριανταφυλλο που θα κραταω σε ενα καδο παρακατω.
Δεν θα ερθω αλλα γραφω το comment για τον επομενο αναγνωστη. Με την προσδοκια να αναρωτηθει “ρε λες?”, να διαβασει το comment και να τολμησει αυτο που δεν θα κανω εγω. Εστω κι αν τον φαει το κρυο. Εστω κι αν δεν φανεις.
Καλη χρονια.
Ανωνυμος Καληνυχτακιας
το σχόλιο σου ξεπέρασε την αφήγηση μου
καλή χρονιά και σε σενα